Σύντομη ανάλυση της κρίσης στη Γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία
Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι το 2025, αντιμετωπίζοντας πτωχεύσεις προμηθευτών, μαζικές απολύσεις, ασθενή ζήτηση και νέους κανονισμούς εκπομπών CO₂ της ΕΕ, που επιβάλλουν πρόστιμα έως 15 δισ. ευρώ στους μη συμμορφούμενους κατασκευαστές. Η ικανότητα του κλάδου να ισορροπήσει μεταξύ των βραχυπρόθεσμων συμφερόντων και των μακροπρόθεσμων στόχων της ηλεκτροκίνησης θα καθορίσει την ανταγωνιστικότητά της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας.
Βαθιά κρίση στην εφοδιαστική αλυσίδα
Η πτώχευση της Gerhardi Plastics Technology, προμηθευτή με ιστορία ενός αιώνα, ανέδειξε τις αδυναμίες της γερμανικής εφοδιαστικής αλυσίδας. Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία, οι εταιρικές πτωχεύσεις αυξήθηκαν κατά 22,2% το πρώτο εννεάμηνο του 2024, με τον μεταποιητικό τομέα, ιδιαίτερα τους προμηθευτές αυτοκινήτων, να πλήττονται περισσότερο.
Το Γερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο προβλέπει ότι το 44% των αυτοκινητοβιομηχανιών θα αντιμετωπίσει επιδείνωση των συνθηκών το 2025. Η έλλειψη χρηματοδότησης, σε συνδυασμό με υψηλά κόστη και χαμηλά κέρδη, καθιστά πολλές εταιρείες απροετοίμαστες για τη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση. Ακόμη και οι μεγάλοι παίκτες δεν είναι άτρωτοι: η Bosch σχεδιάζει να περικόψει 5.500 θέσεις εργασίας, η ZF Friedrichshafen πάνω από 10.000, ενώ η Volkswagen ανακοίνωσε μείωση του γερμανικού εργατικού δυναμικού κατά 35.000 έως το 2030. Το πρώτο εξάμηνο του 2024, ο τομέας των προμηθευτών της αυτοκινητοβιομηχανίας έχασε 29.000 θέσεις εργασίας, ξεπερνώντας τα επίπεδα απολύσεων της πανδημίας COVID-19. Οι εκτεταμένες απεργίες και κοινωνικές αναταραχές που προκλήθηκαν από τις απολύσεις αποσταθεροποιούν περαιτέρω την εφοδιαστική αλυσίδα, επιδεινώνοντας τις προκλήσεις του κλάδου.
Αυξημένη πίεση στο κλάδο λόγω νέων κανονισμών της ΕΕ
Από την 1η Ιανουαρίου 2025, τα νέα πρότυπα εκπομπών CO₂ της ΕΕ περιορίζουν τις μέσες εκπομπές νέων αυτοκινήτων στα 93,6 γραμμάρια ανά χιλιόμετρο. Οι κατασκευαστές που δεν πληρούν τους στόχους ενδέχεται να αντιμετωπίσουν πρόστιμα έως 15 δισ. ευρώ, ωθώντας τους να διασφαλίσουν ότι τουλάχιστον το 20% των πωλήσεών τους προέρχεται από ηλεκτρικά οχήματα (EVs). Ωστόσο, η πορεία προς την ηλεκτροκίνηση είναι γεμάτη προκλήσεις. Το υψηλό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, η ανεπαρκής υποδομή φόρτισης και η ασθενής ζήτηση επιβραδύνουν την υιοθέτηση των EVs, με τα ηλεκτρικά οχήματα να αντιπροσωπεύουν μόλις το 13% της αγοράς της ΕΕ το 2024, πολύ κάτω από τις προσδοκίες. Σε απάντηση στους κανονισμούς της ΕΕ, οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες μείωσαν τις τιμές των EVs, προκαλώντας κατάρρευση των αξιών των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων και εκθέτοντας τις εταιρείες leasing και τους καταναλωτές σε σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους.
Οι επιπτώσεις ήταν έντονες: το τρίτο τρίμηνο του 2024, η BMW, η Mercedes-Benz και η Volkswagen κατέγραψαν μείωση καθαρών κερδών κατά 84%, 54% και 64% αντίστοιχα. Η καθυστέρηση της Γερμανίας στην τεχνολογία μπαταριών επιδείνωσε το πρόβλημα, με την πτώχευση της σουηδικής κατασκευάστριας εταιρείας μπαταριών Northvolt να διαταράσσει τις εφοδιαστικές αλυσίδες για μάρκες όπως η Audi και η Porsche.
Αναζητώντας λύσεις
Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία αντιμετωπίζει επίσης διεθνείς εμπορικές αβεβαιότητες, με τους πιθανούς δασμούς των ΗΠΑ να αποτελούν σημαντική απειλή. Ο Ζίγκφριντ Ρούσβουρμ, πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γερμανικών Βιομηχανιών, προειδοποίησε ότι τέτοια μέτρα θα πλήξουν σοβαρά την εξαγωγική οικονομία της χώρας. Ο Νίκλας Ποτράφκε, ειδικός του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών ifo, σημείωσε ότι η προστατευτική εμπορική πολιτική του Τραμπ θα επηρεάσει ιδιαίτερα αρνητικά την εξαγωγική γερμανική οικονομία.
Παρά τις προκλήσεις, οι αυτοκινητοβιομηχανίες προχωρούν σε καινοτομίες. Η BMW και η Volkswagen επενδύουν σημαντικά στην τεχνολογία στερεών μπαταριών, με στόχο την παραγωγή σε μικρή κλίμακα έως το 2025. Αυτές οι μπαταρίες υπόσχονται μεγαλύτερη ασφάλεια, υψηλότερη ενεργειακή πυκνότητα και ταχύτερη φόρτιση, κάτι που θα μπορούσε να προσφέρει στις γερμανικές κατασκευάστριες ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Επιπλέον, οι ελπίδες στρέφονται στη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου ΕΕ-Μερκοσούρ, η οποία, αν επικυρωθεί, θα μπορούσε να μειώσει τα εμπορικά εμπόδια στη Νότια Αμερική και να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για τις γερμανικές εξαγωγές αυτοκινήτων. Παρά τις δυσκολίες, οι αναλυτές παραμένουν συγκρατημένα αισιόδοξοι. "Οι προκλήσεις είναι σημαντικές αλλά όχι ανυπέρβλητες," δήλωσε ένας αναλυτής. Η συνεχής καινοτομία, η αποτελεσματική συνεργασία και η λεπτή ισορροπία μεταξύ βραχυπρόθεσμης επιβίωσης και μακροπρόθεσμης στρατηγικής θα είναι καθοριστικές.
Εάν ο γερμανικός τομέας αυτοκινήτου μπορέσει να αξιοποιήσει τις τεχνολογικές ανακαλύψεις και να προσαρμοστεί στις μεταβαλλόμενες παγκόσμιες αγορές, ενδέχεται να διατηρήσει τη θέση του ως παγκόσμιος ηγέτης στην αυτοκινητοβιομηχανία.
Copyright © Λαϊκή Καθημερινή Online. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.